Τρίτη, Ιουλίου 24, 2007

Του χρόνου στόμα μπούκωνε

Βράδυ ονειρεύονται τα μάτια σκοτεινά, ορθάνοιχτα
τα φιδογυριστά δρομάκια, των δένδρων τα αλληλέγγυα κλαδιά.

Κι η μέρα αξημέρωτη κι η μνήμη φεύγει, χάνεται

άγνωστα της λήθης τα γκρεμνά, το παλαι ποτέ
ένα ποτέ ποτέ φθηνό , και το αείποτε
ένα πότε-πότε χυδαίας πολυτέλειας.

Του χρόνου στόμα μπούκωνε κρασί από αγία νοσταλγία
κι από την ανεμελιά που απήχθη, μούδιασε γλώσσα .

Να θυμάσαι, να θυμάσαι, να θυμάσαι, κι απ’ τους αντίλαλους
πάντα τραβιέται το τσιγκέλι της δόλιας ανάμνησης,
η πεθαμένη μόνη υπάρχουσα του παρελθόντος σάρκα.

Κυριακή, Ιουλίου 15, 2007

Χθες ένας Σωκράτης πέταγε πέτρες στο γυαλό της Κακιάς Θάλασσας...

Πετάω πέτρες στο γυαλό κι αυτές γυρίζουν πίσω
όλα τα λόγια που 'χω πεί πρέπει να τ' αγαπήσω
κι ας ήταν όλα ψέματα κι ανόητα μπερδέματα
ποιός θα το βρεί να μου το πεί;

Περνάνε σκέψεις στο μυαλό σ' ένα δωμάτιο κλειστό
μιά στη λαχτάρα που αγαπώ στην ταραχή που βλαστημώ
και τον χαμένο μου καιρό να ξεγελάσω δεν μπορώ

Πετάω πέτρες στο γυαλό κι αυτές γυρίζουν πίσω
όλα τα λάθη που έκανα πρέπει να τα μετρήσω
κι αν ήταν όλα σφάλματα, σάλτα, ανώφελα άλματα
ποιός θα το βρεί να μου το πει;

Σάββατο, Ιουλίου 14, 2007

Ο Χρόνος

Φοβάμαι πως όταν θα με συναντήσεις, θα έχουν βγει στην επιφάνεια τόσες πλευρές μου, που δεν θα προλάβω μέχρι το Τέλος να τις μοιραστώ μαζί σου. Έτσι κάνω πίσω για να μην γνωρίσεις κι εσύ την "αδιαπέραστη, πυκνή και ορατή γραμμή του ορίζοντα".

Για αυτό και δεν σηκώνω το βλέμμα πια.

Θα θελα να σου πω "μείνε" ωστόσο.

Παρασκευή, Ιουλίου 13, 2007

Νυχτερινές απιθανότητες, χρονικές συνάφειες και άλλα ανεξήγητα

Από ένα ξένο ημερολόγιο αντιγράφω, σημείωσε χρονολογία 1771:

"...έτυχε να πέσω το βράδυ στο κρεβάτι εντελώς καθησυχασμένος για πράγματα που μου γέννησαν ξανά μεγάλες έγνοιες γύρω στις 4 το πρωί, πολλές φορές στριφογύριζα ξύπνιος κάμποσες ώρες, και στις 9 ή και πρωτύτερα μου ξαναρχόταν η αδιαφορία ή η ελπίδα...".

Το ίδιο ακριβώς, μα ακριβώς ολόδιο, χρονοδιάγραμμα συναισθημάτων μου συνέβη προχθές, για πρώτη φορά στην ζωή μου. Απο τον εφησυχασμό, στην εγρήγορση, ύστερα στην αναστάτωση, κι ύστερα πάλι στοχασμός, κι ύστερα πάλι ο πρωινός, εύσχημος εφησυχασμός της ελπίδας. Το εκπληκτικότερο στοιχείο στην τρομερή αυτή σύμπτωση, είναι η χρονική συνάφεια. Κάποιες στιγμές, ιδιαίτερα εκεί που όλα μοιάζουν τρομακτικά, το συναίσθημα της μοναδικότητας της προσωπικής εμπειρίας είναι εκείνο που θορυβεί. Κι ύστερα, μόλις δυό μέρες μετά*, πέφτω πάνω σε κάποια άλλη σκέψη, από ένα άλλο ημερολόγιο, γραμμένο 250 χρόνια πριν κι αναγνωρίζω τον εαυτό μου, κι είναι αλήθεια πως διαβάζουμε περισσότερο για να μάθουμε για τον εαυτό μας παρά για να μάθουμε τους άλλους.

Είμαστε αντίγραφα αντιγράφων. Καλή δικαιολογία και αυτό γιά την φαντασμένη πρόζα μας, κύριε Λίχτενμπεργκ...

*Τέλος, ας μου εξηγήσει κάποιος αυτή την απιθανότητα...

Σάββατο, Ιουλίου 07, 2007

Προσωπικά Αποσιωπητικά...

Κάθε καινούργια μέρα αποτελεί την συνέχεια ενός ατέρμονου λογισμού ο οποίος κάθε φορά μας οδηγεί σε καινούργια συμπεράσματα σχετικά με τα πως και τα γιατί του προσωπικού μας σύμπαντος.

Συνειδητοποιώ πως είναι κάποιες φορές που αντικρίζω με τρόμο τα κομβικά σημεία στην ζωή μου. Άλλοτε θαρρώ πως οι κρίσιμες αποφάσεις πάρθηκαν με σύνεση και ορθοβουλία, κι άλλοτε μου περνάει από το μυαλό πως μικρά και ασήμαντα γεγονότα καθόρισαν απόλυτα τη κατεύθυνση του ποταμού που λέγεται "ζωή μου". Λόγου χάρη, κάποτε πήρα μια απόφαση, ζωτικής ίσως σημασίας, επηρεασμένη απόλυτα από ένα όνειρο που είχα δει ξυπνώντας εκείνο το πρωί. Κι αν κάποιοι ισχυριστούν πως καλώς έπραξα, βασιζόμένη απόλυτα στο ένστικτό μου, έχω να τους πω πως κανείς δεν μπορεί να κρίνει μια κατάσταση παρά μόνον εφόσον υποστεί όλη την γκάμα των συνεπειών αυτής. Είναι ακόμη νωρίς για να αφοσιωθώ στους απολογισμούς. Ωστόσο αρχίζει πλέον να φαίνεται, για κάθε άνθρωπο που έχει πατήσει τα τριάντα, ένα σχέδιο ζωής , όχι αυτό που κανείς εύκολα μπορεί να διακρίνει, σαν να ψηλάφιζε ένα κέντημα από την καλή πλευρά του, αλλά, παραφράζοντας τον Σοπενάουερ, γυρίζοντας το από την ανάποδη, εκεί οπού φαίνονται οι βελονιές που πάρθηκαν στραβά και ύστερα, κρυφά από το μάτι ανυποψίαστου, διορθώθηκαν, κάποιες κάπως αδέξια, ή μπορεί και όχι. Σε έναν τέτοιο συλλογισμό απάνω γαντζώθηκα σε μια στιγμή της ημέρας, από μια φευγαλέα σκέψη που είχα για καιρό αποφασίσει να ξεχάσω. Έτσι εξεπλάγην την ώρα που το θυμήθηκα: πως δηλαδή κάποτε ένα τυχαίο πρόσωπο που αγάπησα, χωρίς το ίδιο ποτέ να μάθει τίποτα για αυτό, επηρέασε τη ζωή μου πολύ περισσότερο ίσως από τα πρόσωπα με τα οποία σχετίστηκα κι είχα μαζί τους "σχέσεις ζωής".

Μπορεί κάποιος να πει πως οτί η αγάπη που μένει ανολοκλήρωτη, μη βιωμένη,
μη εκφρασμένη και μη βρίσκοντας διέξοδο στην λύτρωση της διατύπωσης, ακόμα ακόμα μην έχοντας ούτε την ευκαιρία της ματαίωσης, δηλαδή, αγάπη απόλυτα απόκρυφη, απόλυτα εσωστρεφής και απόλυτα ενδοβλημένη, σίγουρα παραμένει στην ψυχή μας ως το απαράμιλλο άλλοθι της ζωής που δεν ζήσαμε, και άρα το πολύτιμο όνειρο που κανείς μπορεί να κρατήσει αλώβητο απο λάθη και απροσεξίες, ένα πολύτιμο κόσμημα που σφίγγει στον λαιμό του κανείς τις γιορτινές ημέρες της ζωής του. Μια τέτοια σκέψη δεν είναι απόλυτα λανθασμένη, ως αποτέλεσμα μιας καθαρά ορθολογιστικής συλλογιστικής. Υπάρχει όμως μόνον αυτό; Με κάνει και τρομάζω το τι άλλο μπορεί να σημαίνει το γεγονός οτί κάποτε, η ζωή μπορεί και να καθορίζεται από ανθρώπους που δεν έμαθαν τίποτα ποτέ, για τον τρόπο που επηρέασαν την ζωή κάποιου άλλου, ως ερωτικά αντικείμενα και όχι μέσα από σχέσεις κυριαρχίας/εξουσίας κοινωνιοπολιτικής εμπλοκής, οπού αυτό συμβαίνει κατά κόρον. Η διαφορά με τους μεν και με τους δε είναι σαφέστατα η προσωπική μας συναίνεση, ή ακόμα παραπέρα, η επίδοση του πεπρωμένου μας στα χέρια ενός ανθρώπου που μόνο να υποψιάζεται μπορεί αλλά εν πολλοίς αγνοεί την εξουσία που του παραχωρήσαμε οικειοθελώς, ενόσω αυτός παραμένει χωρίς δικαίωμα άρνησης αλλά και χωρίς δικαίωμα κατάφασης. Ένας εξουσιαστής άνευ οποιουδήποτε δικαιώματος, θα μπορούσε κανείς να πει. Μπροστά σε τόση εξουσία, το τελευταίο προπύργιο του απόλυτα εξαρτημένου υποκείμενου, είναι να κρατήσει κρυφή την ηθελημένη υποδούλωσή του, στάση που αντανακλά απόλυτα τον τρόμο της ερωτικής αυτοθυσίας. Κι είναι περίεργη αυτή η διαπίστωση, εφόσον ο έρωτας έχει στην βάση του την επιθυμία της διαιώνισης του εαυτού του. Ωστόσο κάποιοι έρωτες είναι καταστροφικοί όταν υπερβαίνουν τον αυτοσκοπό τους.

Εύλογα κανείς θα αναρωτηθεί γιατί να μην εκφράσει κανείς το προσωπικό του συναίσθημα, όταν μάλιστα πρόκειται για ένα τόσο ουσιώδες και καθοριστικό συμβάν όπως ο έρωτας . Το ίδιο εύκολα μπορεί κανείς να απαντήσει οτί εκείνη την εποχή, απο μια σειρά διαβολικών συμπτώσεων, η θέση των σημαινόντων προσώπων και καταστάσεων μπορεί να ήταν κατειλημμένη ή τουλάχιστον έτσι και να φαινόταν. Έτσι συνέβη και με μένα. Πάνω που είχα παλέψει για να στήσω το οικοδόμημα της ζωής μου με ότι υλικά μέχρι τότε θεωρούσα τότε σημαντικά, έρχεται καθ΄όλα απρόσκλητο αυτό το συναπάντημα που μπορεί μέσα σε ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα να ανατρέψει την ιεράρχηση των πραγμάτων. Που όμως βρίσκεται η δικαιολογία τελικά; Στο όνειρο που παραμένει απραγματοποίητο και άρα αμόλυντο; Στην δήθεν ασημαντότητα ενός γεγονότος συναισθηματικού τύπου που λαμβάνει χώρα σε ένα καθαρά φαντασιακό χώρο; Νομίζω πως αφού εξαντληθούν οι συλλογισμοί, σε ένα άλλο επίπεδο σκέψης και άρα συναισθήματος υπάρχει ένα ερώτημα που αιωρείται, που παραμένει ανέκφραστο. Εκεί που η λογική σταματάει και οι επεξηγήσεις εξαντληθούν, αρχίζει ένας άλλος τόπος δέους, το άβατο των ανεξήγητων πολυπλοκοτήτων της ανθρώπινης λειτουργίας. Σε αυτό το σημείο, δεν έχει καμία σημασία που τα πράγματα πήραν την τροπή που πήραν ή η υπόθεση για το τι τροπή θα μπορούσαν τα γεγονότα να πάρουν, ξεκινώντας με ένα «αν» στη αρχή τους. Φαίνεται πως για κάθε άνθρωπο υπάρχουν τα προσωπικά αποσιωπητικά του, εκείνα τα καθοριστικής σημασίας ανέγνωρα σημαίνοντα που γεννήθηκαν για να πεθάνουν εν τη γενέσει τους και να χαθούν στο σύμπαν, συνιστώσες φωτός που ποτέ δεν ταξίδεψαν.

Έτσι λοιπόν τέτοια σημαίνοντα θα παραμείνουν άξια μόνον για να μας απασχολήσουν σε μια στιγμή που κάποια ημερομηνία θα τύχει απλώς να μας θυμίσει το γεγονός. Κι ύστερα απλώς θα ξεχαστούν, ακόμα και αν ο απόηχός τους, ένα βουβό φάντασμα ιστορικής σημασίας, μας στοιχειώνει για πάντα. Αυτά είναι και τα προσωπικά αποσιωπητικά του καθενός μας. Άλλα ζητήματα, λιγότερο σημαντικά, περισσότερο τρέχοντα, θα ζητήσουν επιτακτικά την προσοχή μας.


Τρίτη, Ιουλίου 03, 2007

ΓΙΑΤΙ Η ΠΟΙΗΣΗ; ΜΙΑ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ



ΕΡ, : Ν α ι στην Ποίηση, αλλά σήμερα .... γιατί η Ποίηση δεν έχει αναγνώστες, δεν έχει θιασώτες, δεν έχει οπαδούς;

ΑΠ.: Μ α, αυτή είναι η Μοίρα της Ποίησης, η μ ο ν α ξ ι ά της.

ΕΡ.: Ο ανθρώπινος πόνος είναι πράγματι γενεσιουργός αιτία ως προς την κινητο-Ποίηση του γράφειν;

ΑΠ.: Ναι, υπάρχει ο Πόνος και ως δεδομένο Ζωής, ενίοτε μεγάλος Πόνος που τρελαίνει... προς όλους, για όλους. Η διαφορά του Ποιητή έγκειται, στο πως αντιμετωπίζει το επώδυνο που προκύπτει.... δηλαδή ο «αλλιώτικος» τρόπος, ως προς αποτροπήν του. ΄Ενας μηχανισμός απολύτρωσης ή μετουσίωσης της Οδύνης... καθώς ο εν λόγω, υπερβαίνει εαυτόν και απογειώνει την κατακρεουργημένη πλευρά του με οίστρο, μέσα από μία διαδικασία συγκινησιακής φόρτισης με κίνητρα ιδιαίτερα, που ασφαλώς εκπορεύονται και εκ του γονιδίου του. Αυτοψυχαναλυόμενος λοιπόν εν αγνοία του, ως πρίμιτιβ, ως ενστικτώδης αναλυτής αυτοθεραπεύεται από τα άλγη του... οι πληγές του τραγουδούν ως χαρισματικά χείλη... χωρίς να έχει απολεσθεί η αίσθησή της από το σώμα ή το συναίσθημα... σα να μην είναι οδύνη εν τέλει, αλλά, μνήμη οδύνης που έχει κατευναστεί. Επιπροσθέτως, ο εθισμός στην οινοφλυγία, κοινώς στο αλκόολ του συγγράφειν, δεν βλάπτει σοβαρά την υγεία. Ο Α. Καροτενούτο, κάπου λέει, πως... μοναξιά και στέρηση αποτελούν ευκαιρίες και ιδανικές καταστάσεις για δημιουργία.

ΕΡ.: Το ότι ο Ποιητής θεωρείται άτομο κάπως ιδιαίτερο, ίσως και κάποιες φορές να χαρακτηρίζεται και χλευαστικά. Τι λέτε γι αυτό;

ΑΠ.: Η ιδιαιτερότητά του είναι, αυτό που κοινώς αναφέρεται ως... ιερή «τρέλα». Μία θεϊκή ασθένεια, θα λέγαμε, μία ευγενής σχιζοείδια... αφού το όραμά του, η διαφυγή του πότε πατάει στην εξωτερική πραγματικότητα και, πότε γίνεται ιχνηλάτης του εσωτερικού του δαιδαλώδους... γιατί σε αυτό πρέπει να αναδιφήσει, αυτό ερευνά... τέτοια είναι η φύση του, το ενέργημά του, η εγγίστρωσή του όσον αφορά στο ζειν. Εισέρχεται λοιπόν, ως ευτυχής ενεός, ό μ ω ς έντρομος... στην, εν κρυπτώ, πραγματικότητα, που, ανοίγοντας τις πύλες της μόνον στους μυστικούς της... τους καθιστά δρομείς μίας ανελέητης ενδοχώρας, κάνοντάς τους να ευτυχούν και να ασθμαίνουν παράλληλα με όλα- για όλα – όσα δεν αποδέχονται οι απέναντι – ως μη δυνάμενα να εκπληρώσουν ιδίοις χερσί. Ενοχλεί λοιπόν την αντίπερα όχθη το που οι Ποιητές... αυτοί οι επήλυδες της πόλεως του τετριμμένου... κατέχουν εις βάθος τη δυσεξήγητη και επώδυνη τέχνη: την τέχνη του χειρουργείν τις εκφάνσεις και τα απροσμέτρητα της ζωής – όπως επίσης και το που γίνονται εικονογράφοι (της) μέσω του λόγου και, θεατρίνοί (της) ασκούμενοι στην μοναξιά και την υπέρβαση.

ΕΡ.: Υπάρχει ένας υπαινιγμός... ότι, ο Ποιητής καταπιάνεται με το αντικείμενο της συγκεκριμένης τέχνης, σαν από λόγους αναπλήρωσης, προσπαθώντας να θεραπεύσει, ίσως και να φορτίσει κάποια συναισθηματική ή ερωτική ανεπάρκεια. Τι έχετε να πείτε;

ΑΠ.: Είναι νομίζω, και πάλι το πως προσεγγίζει, πως βιώνει ο καλλιτέχνης το αίνιγμα, τα βάθη, τις παγίδες, τις αυταπάτες, την ουτοπία του ΄Ερωτα... τις απώλειες της Αγάπης. Το πως αναμηρυκάζει και μεταλλάσσει ο ψυχισμός του το όναρ... γιατί καθένάς μας, καλλιτέχνης ή όχι, π ά σ χ ε ι, εντός μίας σαρκοφάγου και πολύπλοκης ανθρώπινης ειμαρμένης... οπότε, βάσει του ως άνω αφορισμού... ίσως όλοι να είμαστε, δυνάμει, ποιητές.

ΕΡ.:Και ποιά, κατά τη γνώμη σας, είναι η αποστολή της Ποίησης;

ΑΠ.: Σίγουρα, όχι το να γίνεται φερέφωνο κομματικών μανιφέστων, ή – στυγνά - ηθικοπλαστικών, κοινωνικών στερεοτύπων, εν ονόματι ενός «καλύτερου» γίγνεσθαι-για μένα ομιλώ. Μεγάλος Ποιητής, κραυγάζει πως... κάθε Ποίηση είναι και μία πολιτική πράξη, κάνοντάς με να συμφωνώ, εάν και εφόσον δεν εννοεί τις τρέχουσες πράξεις και τα υπόγεια κίνητρα, τα συμφέροντα προσδόκιμα της παγκόσμιας πολιτικής, αλλά κάτι πιο ρομαντικό και ταυτόχρονα ρεαλιστικό... που, η Ποίηση δύναται να κάνει εφικτό: δηλαδή, το να εμφυσά και να παγιώνει την απτή ευτυχία μέσω της υπέρβασης από κάθε φθοροποιό... το να αποκαθαίρει τα σκοτεινά συναισθήματα από κάθε οχληρό... πάντα ως ένα ευαισθητοποιημένο αυτί-μάτι-δάκτυλο που ακούει, βλέπει και εγγίζει τα ανθρώπινα εις βάθος... από τη σκοπιά όχι του εντεταλμένου στρατιώτη, αλλά, του μάγου-θεραπευτή που αργοπεθαίνει από αγάπη, ελπίδα, μοναξιά, φόβο και αγωνία... ωσεί πολεμιστής του Φωτός και ταυτόχρονα μεγάλος αυτοεξόριστος Δον-Κιχώτης. Ο Πλάτων, εν αντιθέσει με τον Αριστοτέλη – που ομιλεί για συναισθηματική κάθαρση και, άρα, εμπλοκή του υποκειμενικού – θεωρεί την Τέχνη περιττή ... «ως Τρίτη στη σειρά διαδοχής στο θρόνο της Αληθείας», μη έχουσα σχέση με την πραγματικότητα, μέσω των παραλλαγμένων χαρακτήρων της. Αντιθέτως... ο Γ. Χειμωνάς , κάπου λέει... πως η γραφή του στερεώνει την ανθρώπινη φαντασίωση και, η Μ. Καραπάνου, με τη σειρά της, πως, το γράψιμο είναι ένα μεταφυσικό ersatz που μας βοηθάει να κρατηθούμε στη ζωή. Η Ποίηση άλλωστε, δεν είναι αναλώσιμο είδος... δεν είναι προϊόν ευρείας κατανάλωσης από τη μάζα, στα, εν αφθονία, ράφια των σούπερ μάρκετ για να εμπίπτει σε κανόνες προβολής και, άρα, υποβολιμαίας αναγκαιότητας. Η Ποίηση εμπεριέχει και εμπεριέχεται σε αυτοσκοπό – ως προς ένα μέρος της – εξ αιτίας της καταγωγής της από τον πρωτογενή λόγο, τη μουσική και την εγγενή θρησκευτικότητα... έτσι που, ανθίζοντας, φιμώνει και παραπλανά το θάνατο... διατηρώντας κραταιό το μαγικό δρώμενο Ζ ω ή.

ΕΡ.: Και η μοναξιά; Τι θέση έχει στη ζωή των εκλεκτών της Ποίησης;

ΑΠ.: Πρωταρχικό, παίρνει τη μεγαλύτερη μερίδα από τη ζωή τους. Η μοναξιά είναι η κρυψώνα, η κούρνια, το φατνίο των νεογέννητων ποιημάτών τους... όταν ο εγκύμων, εν συνεχή ενεργεία, σπόρος δημιουργίας τους, παραμένει, η εκτός μοναξιάς, έκθεση του σώματος-ψυχής των Ποιητών... το γενναιόδωρο δόσιμο και ο κατακερματισμός τους στην αρένα του πλήθους, στο συγχρωτισμό τους με την άγρια πλευρά της ζωής... για να μπορούμε να λέμε και το αντίστροφο απ αυτό που ειπώθηκε στην αρχή: μοίρα αυτής της ξεχωριστής μοναξιάς είναι η Ποίηση... όταν Μοίρα της Ποίησης είναι η μοναξιά της.