Όταν σε κοιτούσα από ψηλά
ήξερα πολύ καλά πως θα είσαι από μέσα
Ταπεινωτικό να λέγεσαι ποίημα
Υποτίθεται πως στέγαζες καλά τα κρυμμένα
Ορίστε λοιπόν
Στη διάθεση τιμής ένεκεν
σταθερά χαρίστηκα φλύαρα
κι η παρόρμηση λεπτό φυλλορρόημα
κι ύστερα χειμώνας
Ξεθώριασαν οι διαδρομές, τα εισιτήρια
Κι εσύ να γράφεσαι πριν ξεκινήσεις
Εύκολο το πρόσχημα
Ονομάζεται Άλλος
Ευγενείς οι παρατηρητές κι οι απόμακροι
στηρίζουν το ανυποψίαστο σαγόνι
και τα δάχτυλα-φτερά, τα νύχια-βέλη
ντροπαλά στης ασυνέχειας στόματα
Κουρτίνα σε κρέμασα
ύφάνση από μετάξι άκαιρο
να με σκεπάζει απ’ το αστόχαστο
Την ώρα εκείνη σκλήρυναν
των ματιών μου οι κάλυκες
Ζυγίζω ελαφρότητα
δεν έχουν άδικο
Όταν παζαρεύω το βάρος σου
οι άλλοι λαχταρούν ευκινησία
Μετασχηματίζομαι τώρα
σε χείλη που φτιάχνουν
ψιθύρους με την λέξη απρόσεκτα
Γρατζουνώ αφηρημένα
δέρματα που παίζουν τον ρόλο των ορίων
Στενάζουν οι δρόμοι αδιάντροπα ακόμα
κι όλα τα αντίθετα φαντάζουν συγγενή
κι οι άνθρωποι ζογκλέρ εξαφανίζουν με κόλπα
τα φταιω, τα είδα και τα τραύματα
σώπα τώρα λεω, γίνε σύννεφο
και γράψε την λέξη βροχή στο παράθυρο
Η ζυγαριά δεν γέρνει προς το μέρος μου
Προτίμησα να λεπτύνεις κι άλλο
Ιδανικά θα σε αφήσω εντελώς - μπορεί και να πετάξεις
2 σχόλια:
Το ξέρω ότι το ξέρεις! Αλλά θέλω να το πω!
Γράφεις πολύ όμορφα...
Σε υπέρευχαριστώ Κιού μου.
Όχι, δεν το ξέρω. Με ενδιαφέρει πάντα αυτό που γράφω να είναι τίμιο και να ακουμπάει κάπου. Αν κάποιες φορές το καταφέρω, όχι πάντα ίσως, αυτό θα με χαροποιεί.
Τίποτα παραπάνω.
Δημοσίευση σχολίου